Αντιμετώπιση της αυχεναλγίας με Βελονισμό


Αυχεναλγία είναι η δυσφορία σε οποιαδήποτε δομή του αυχένα. Αυτές περιλαμβάνουν μύες και νεύρα καθώς και τους αυχενικούς σπονδύλους και τους μεσοσπονδύλιους δίσκους. Η αυχεναλγία μπορεί να προέρχεται από περιοχές κοντά στο λαιμό, όπως ο ώμος, το σαγόνι, το κεφάλι και ο βραχίονας.

Όταν πονάει ο αυχένας μπορεί να έχετε δυσκολία να τον κινήσετε, ιδιαίτερα προς μία πλευρά. Πολλοί το περιγράφουν ως δυσκαμψία αυχένα.



Αίτια
Ένα σύνηθες αίτιο αυχεναλγίας είναι η μυϊκή θλάση ή τράβηγμα
Συνήθως οφείλεται σε καθημερινές δραστηριότητες όπως:
  • το σκύψιμο πάνω σε ένα γραφείο για ώρες, 
  • την κακή στάση όταν βλέπετε τηλεόραση ή διαβάζετε,
  • την τοποθέτηση της οθόνης του υπολογιστή πολύ ψηλά ή πολύ χαμηλά, 
  • το να κοιμάστε σε μια άβολη θέση ή την περιστροφή του αυχένα με ακανόνιστο τρόπο στη διάρκεια άσκησης.
Τα ατυχήματα ή οι πτώσεις μπορούν να προκαλέσουν σοβαρούς αυχενικούς τραυματισμούς, όπως σπονδυλικά κατάγματα, τραυματισμούς από επιτάχυνση ή επιβράδυνση, τραυματισμό αγγείων, ακόμα και παράλυση.

Άλλα αίτια περιλαμβάνουν:

  • Άλλες ιατρικές παθήσεις, όπως ινομυαλγία
  • Αυχενική αρθρίτιδα ή σπονδύλωση
  • Ρήξη μεσοσπονδύλιου δίσκου
Η θεραπεία του αυχενικού πόνου περιλαμβάνει:
  • κατάλληλες ασκήσεις και 
  • φυσικοθεραπεία, 
  • φαρμακευτική αγωγή και
  •  σπανίως χειρουργική αντιμετώπιση.
Τα απλά παυσίπονα και τα μη στερινοειδή αντιφλεγμονώδη μπορούν να μειώσουν τον πόνο και σε συνδυασμό με μυοχαλαρωτικά να βελτιώσουν και την δυσκαμψία. Ωστόσο είναι φάρμακα με αρκετές παρενέργειες (πχ νεφρική δυσλειτουργία, υπέρταση, γαστρορραγία) και το αποτέλεσμά τους δεν διαρκεί πολύ. 

Ο βελονισμός ανήκει στις εναλλακτικές θεραπείες και έχει ισχυρή ένδειξη στις παθήσεις που συνοδεύονται από αυχενικό πόνο. 
Ο τρόπος που ο βελονισμός μπορεί να αντιμετωπίσει τον πόνο είναι πολυεπίπεδος και περιλαμβάνει: 
  • Απελευθέρωση ενδορφινών, τόσο τοπικά, στο σημείο του πόνου, όσο και απομακρυσμένα στο κεντρικό νευρικό σύστημα. 
  • Απενεργοποίηση των σημείων ευαισθησίας (trigger points). 
  • Αναστολή της διαβίβασης του ερεθίσματος του πόνου μέσω του νωτιαίου μυελού.
  • Ενεργοποίηση του ενδογενούς συστήματος αναλγησίας στον υποθάλαμο.